Φαγιούμ

Φαγιούμ
Επαρχία της Άνω Αιγύπτου ΝΔ του Καΐρου, σε ένα κοίλωμα της Λιβυκής ερήμου, που φτάνει τα 45 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Στην περιοχή αυτή βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας Κροκοδειλόπολης, που ήταν πιθανότατα πρωτεύουσα κατά τη 12η δυναστεία (2000-1780 π.Χ.) και έπειτα παρήκμασε. Το Φ. γνώρισε μεγάλη ακμή πολύ κατά την εποχή των Πτολεμαίων (323-30 π.Χ.) και εξακολούθησε να είναι μεγάλη πόλη και στη ρωμαϊκή εποχή (30 π.Χ. - 395 μ.Χ.). Οι προσωπογραφίες για τις οποίες το Φ. είναι περίφημο ανάγονται στην τελευταία αυτή περίοδο: βρέθηκαν γύρω στις 600. Αντικατέστησαν τα προσωπεία από γύψο που οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έπαιρναν από τα πρόσωπα των νεκρών. Η προσωπογραφία ζωγραφιζόταν πάνω σε σανίδι (συκιάς, κέδρου, συνήθως όμως φυλλήρας), με τη μέθοδο της εγκαυστικής. Η πρώτη ομάδα 300 προσωπογραφιών βρέθηκε και έγινε γνωστή, από το 1887 και ύστερα, από τον Γερμανό έμπορο Τέοντορ Γκραφ. Οι άλλες βρέθηκαν σε ανασκαφές που έγιναν μεταξύ 1889 και 1911. Από τον 3o αι. γίνονταν διαρκώς περισσότερες οι προσωπογραφίες που κατασκευάζονταν με τέμπερα, τεχνική που, από τα μέσα του 4ου αι. επιβλήθηκε οριστικά αντί της εγκαυστικής. Γύρω στην ίδια εποχή, επίσης όπως φαίνεται από τα ευρήματα τόσο του Φ. όσο και άλλων τοποθεσιών της Αιγύπτου, τη συνήθεια να καλύπτεται η μούμια με ταινίες και να σκεπάζεται με λινό χιτώνα αντικατέστησε η συνήθεια, πιθανώς συριακή, να ντύνουν το νεκρό με μάλλινα και λινά ρούχα, κοσμημένα με χρώματα ή ασπρόμαυρα, με μυθολογικές ή θρησκευτικές παραστάσεις, εξαιρετικής ομορφιάς. Νεκρική προσωπογραφία από το Φαγιούμ του 1ου-2ου αι. μ.Χ. (Μουσείο Λούβρου, Παρίσι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • εγκαυστική — Τεχνική της ζωγραφικής, η οποία χρησιμοποιεί το λιωμένο κερί ως συνδετική ύλη των χρωστικών ουσιών. Η ε. ήταν γνωστή και κατά την αρχαιότητα και χρησίμευε κυρίως για την εκτέλεση ζωγραφικών έργων πάνω σε μάρμαρο αλλά και σε ξύλο. Ο Πλίνιος στη… …   Dictionary of Greek

  • Αρσινόη — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Δισέγγονη του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Α’, σύζυγος του στρατηγού Λάγου, μητέρα του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου Α’ του Σωτήρα (β’ μισό 4ου αι. π.Χ.). Είχε δεσμό με τον Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας και η… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …   Dictionary of Greek

  • νεολιθική εποχή — Η περίοδος της προϊστορίας από το 7000 π.Χ. έως περίπου το 2000 π.Χ., κατά τη διάρκεια της οποίας ο άνθρωπος, περνώντας από το θηρευτικό στο γεωργικό στάδιο, θεμελίωσε αργά και μεθοδικά τον πολιτικό του βίο πάνω στη νέα παραγωγική οικονομία και… …   Dictionary of Greek

  • ελεφαντίδες — (elephantidae). Οικογένεια ζώων της τάξης των προβοσκιδοειδών. Είναι ογκώδη και παχύδερμα ζώα, με μεγάλη και ευκίνητη προβοσκίδα. Στο επάνω σαγόνι τους φυτρώνουν δύο χαυλιόδοντες, οι οποίοι θεωρούνται το δεύτερο ζευγάρι των τομέων του σαγονιού… …   Dictionary of Greek

  • μοιρίς — I (Αμενεμχάτ Γ’). Αιγύπτιος φαραώ της 12ης δυναστείας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ήταν ο κατασκευαστής της τεχνητής λίμνης Μοίριδας στην όαση του Φαγιούμ. II Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Γεωμέτρης που έζησε πριν από τον Πυθαγόρα (6ος …   Dictionary of Greek

  • ολιγόκαινο — Γεωλογική υποπερίοδος του καινοζωικού αιώνα, μεταξύ ηώκαινου (αρχαιότερο) και μειόκαινου (νεότερο). Μαζί με το παλαιόκαινο και το ηώκαινο αποτελούν το παλαιογενές. Διήρκεσε περίπου 15 εκατ. χρόνια και υποδιαιρείται σε 4 βαθμίδες: λαττόρφιο,… …   Dictionary of Greek

  • παπυρολογία — Η επιστήμη που ασχολείται με τα γραμμένα σε παπύρους αρχαία κείμενα. Mέχρι σήμερα έχουν βρεθεί πάπυροι τα κείμενα των οποίων είναι γραμμένα σε διάφορες γραφές και γλώσσες, όπως την αιγυπτιακή στα διαδοχικά της στάδια ως ιερογλυφική, ιερατική,… …   Dictionary of Greek

  • παραπίθηκος — Απολιθωμένος ανθρωποειδής πίθηκος. Ένα τμήμα της κάτω γνάθου του με δόντια βρέθηκε το 1911 στα κοιτάσματα της κατώτερης ολιγοκαίνου από τον Γερμανό επιστήμονα Ο. Σλόσερ, κοντά στο Κάιρο. Το τμήμα αυτό βρέθηκε μαζί με υπολείμματα του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”